Στοιχεία Έκδοσης
- Συγγραφέας: Χούπης Γ. Δημήτριος
- Τίτλος: Έτρου Ενατ̔θε – Ιστορικό Τσακώνικο Διήγημα & παραλειπόμενα της Τσακωνιάς
- Έτος: 1990
- Σελ.: 143
- ISBN.:
- Εκδόσεις: Σύλλογος Απανταχού Καστανιτσιωτών
Ευχαριστούμε τον Μορφωτικό & Φυσιολατρικό Σύλλογο των Απανταχου Καστανιτσιωτών για την ανταπόκρισή του στο κάλεσμα του Αρχείου Τσακωνιάς, προκειμένου να ψηφιοποιηθεί το σύνολο του έργου του Δημήτριου Χούπη και να διατεθεί ελεύθερο για ανάγνωση στο κοινό.
Για όσους ενδιαφέρονται να προμηθευτούν τα βιβλία του Δημήτριου Χούπη, παρακαλούμε επικοινωνήστε με τον σύλλογο και την κ. Τζένη Χαρμαντά στα τηλέφωνα 2106858699 & 6937570471.
Αντί Προλόγου
Κάθε τόπος όσο μικρός κι αν είναι, έχει τη δική του ιστορία και τις δικές του παραδόσεις που επέζησαν από τη φθορά του χρόνου, όταν οι άνθρωποι μπόρεσαν να τις μεταδώσουν – ως πολύτιμη
κληρονομιά – από γενιά σε γενιά. Αυτή η μεταλαμπάδευση της παράδοσης, αποτελεί ένα από τα ιδιαίτερα γνωρίσματα του εθνικού ιστού της φυλής μας γενικότερα, και της κάθε γωνιάς της πατρίδος μας ειδικότερα. Αυτός ακριβώς ο εθνικός ιστός της παράδοσης, είναι που ηθελημένα ή άθελα αποχρωματίζεται σήμερα. Ο συγχρωτισμός των λαών και των φυλών που δημιουργείται από την επικοινωνία των λαών και ιδεών – πέρα από τα αναμφισβήτητα καλά αποτελέσματά του – παρασύρει στο διάβα του ότι καλό είχε το παρελθόν. Αν αυτό μπορεί, αν αληθεύει για τον Ελληνισμό σήμερα, θα μπορούσε – κατά αναλογία – να αληθεύει και για την ιδιαίτερη πατρίδα μας τη Τσακωνιά.
Μετά από τη γεωγραφική συρρίκνωση του άλλοτε ευρύτερου χώρου της, και την υποχώρηση της χρήσης του χαρακτηριστικού γλωσσικού ιδιώματος – της Τσακωνικής διαλέκτου – η Τσακωνιά σήμερα ως ιστορία και γλώσσα, τείνει να αποκτήσει ένα μουσιακό χαρακτήρα. “Αυτουργοί’ αυτής της κατάστασης θα πρέπει να είμαστε πρώτα εμείς οι ίδιοι οι Τσάκωνες – για όσα δεν κάναμε για την διατήρηση της διαλέκτου – και η πολιτεία που ποτέ δε μπόρεσε να εκτιμήσει το κεφάλαιο Τσακωνιά.
Μέσα όμως απ’αυτή την άσχημη – αλλά όχι απελπιστική κατάσταση – βλέπει κανείς να γίνεται μιά προσπάθεια να ξαναγυρίσουν οι άνθρωποι στις ρίζες τους, και να ξαναθυμηθούν την ταυτότητά
τους μέσα από ότι καλό είχε το παρελθόν. Την επιστροφή αυτή μπορεί να την διακρίνει κανείς κυρίως στα νέα παιδιά που ζητούν να μάθουν τους εθνικούς μας χορούς, και, όπως διαπιστώθηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα μας, την αγάπη των νεαρών βλαστών της Τσακωνιάς για τη διάλεκτο και την ιστορία του τόπου μας.
Σ’αυτό ακριβώς το σημείο πιστεύω πως έγκειται και η προσφορά του βιβλίου του φίλου Δημήτρη Χούπη. Στις τελευταίες γραμμές του βιβλίου ο συγγραφέας λέει:
“Οι Καστανιτσιώτες του καιρού εκείνου γράψανε μια σελίδα της Ελληνικής ιστορίας,που οι ιστορικοί δεν την ψάξανε να τη γράψουνε στις μεγάλες φυλλάδες τους”.
Αυτό όμως που δεν “ψάξανε” οι ιστορικοί (πράγμα ίσως αδύνατο γιατί κάθε γωνιά της πατρίδας μας κρύβει και κάποια ιστορία) μας το έκανε το βιβλίο αυτό που ξαναζωντάνεψε με πολύ παραστατικό τρόπο, μια από τις ωραιότερες σελίδες της ιστορίας της Τσακωνιάς. Η εργασία αυτή του Δημήτρη Χούπη θα μπορούσε να αποτελέσει έναυσμα για παρόμοιες εργασίες στο Τσακώνικο χώρο και οι οποίες, πέρα από τη συμβολή τους στην ιστορία του τόπου θα ήσαν – όπως και το παρόν διήγημα – πολύτιμο βοήθημα μελέτης της διαλέκτου για τα νέα παιδιά της Τσακωνιάς. Το ότι προτιμήθηκε να αποδοθεί το διήγημα κυρίως με διαλογικό τρόπο – και όχι ως απλή διήγηση – βοηθάει στο ζωντάνεμα όλων εκείνων των γεγονότων που διαδραματίστηκαν στις σκληρές ημέρες που πέρασε η Καστάνιτσα.
Είναι φανερό ότι ο συγγραφέας παρουσιάζει το διήγημα εμπνεόμενος από τις αφηγήσεις που έχει ζήσει ο ίδιος από τις ζωντανές παραδόσεις του χωριού του, και έτσι ζωντανό πρέπει να το χαρεί ο αναγνώστης – και ιδιαίτερα εμείς οι Τσάκωνες.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΛΥΣΙΚΑΤΟΣ
Πανεπιστημιακός Δάσκαλος Αγγλικής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης